Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

Το Ποντιακό κίνημα σε σταυροδρόμι

Το Ποντιακό κίνημα σε σταυροδρόμι
Το Ποντιακό κίνημα σε σταυροδρόμι

του Θεοδόση Κυριακίδη*

Όσοι αντιλαμβάνονται παραταξιακά τη συμμετοχή τους στον οργανωμένο ποντιακό χώρο ίσως θεωρήσουν ότι το παρόν άρθρο τους βλάπτει, όσοι όμως αντιλαμβάνονται τη συμμετοχή τους με μια ευρύτερη αντίληψη συμμετοχικής δημοκρατίας θα κατανοήσουν τη συμβολή που προσπαθεί να έχει η παρούσα παρέμβαση για την επαναφορά της εύρυθμης λειτουργίας του χώρου. Από το προοίμιο του άρθρου καθίσταται ξεκάθαρο στον αναγνώστη ότι ο συγγραφέας του θεωρεί πως ο χώρος έχει δομικά προβλήματα λειτουργίας και συνεπώς αδυνατεί να επιτύχει σε μια σειρά από σημαντικά ζητήματα.

Η παρούσα δημοσίευση, που μέρος της είχε προετοιμαστεί αρκετό καιρό πριν, θέλει να υπογραμμίσει αυτό που είχαμε γράψει και στο παρελθόν. Ότι δηλαδή υπάρχει ανάγκη αλλαγής παραδείγματος στο ποντιακό κίνημα, υπάρχει ανάγκη σύγχρονων εκφράσεων πλήρωσης συγκεκριμένων αναγκών. Με άλλα λόγια κρίνεται απαραίτητος ένας αναστοχασμός προσανατολισμού, ένας επαναπροσδιορισμός προτεραιοτήτων.

Υπάρχει στο χώρο μια τελεολογική αντίληψη ότι αρκεί η διάθεση για ενασχόληση με τον χώρο και θα λυθούν τα προβλήματα του επιδεικνύοντας μια αδιαφορία για την έλλειψη εξειδικευμένης γνώσης. Εξασκούμαστε καθημερινά σε ατελεύτητα πειράματα ερασιτεχνισμού. Μάλιστα διατηρούμε την ψευδαίσθηση ότι αυτά είναι εκείνα που αρμόζουν στη λύση των προβλημάτων μας. Τα όποια προβλήματα βεβαίως διαιωνίζονται.

Όσοι θυμούνται τις αντιδράσεις που είχαν δημιουργηθεί με το 5ο Παγκόσμιο Συνέδριο του Ποντιακού Ελληνισμού, που είχαν οδηγήσει σε παραιτήσεις, διαμαρτυρίες και αποχωρήσεις  θα καταλάβουν καλύτερα τις αντιδράσεις που ξέσπασαν με τη διοργάνωση της 2ης Παγκόσμιας Συνδιάσκεψης Ποντιακής Νεολαίας. Βέβαια οι διαφορές υπάρχουν αλλά τηρουμένων των αναλογιών το πρόβλημα στη βαθιά ουσία του είναι το ίδιο: Ποιος είναι ο επικυρίαρχος επί του χώρου και ποιος ή ποια ομάδα είναι εκείνη που επιθυμεί να ηγηθεί του οργανωμένου χώρου. Όπως και στο Ε΄ συνέδριο έτσι και εδώ δεν ήταν όλα σωστά κατά την προετοιμασία της Συνδιάσκεψης. Θεωρώ πως υπήρχαν ελλείψεις και παραλλείψεις, που ίσως θα χρειαζόντουσαν μεγαλύτερη προσοχή. Ήμουν από εκείνους που μαζί με άλλα πρόσωπα ευρείας αποδοχής από τον οργανωμένο χώρο είχαμε δηλώσει στις προσυνεδριακές συναντήσεις την σταθερή μας πεποίθηση ότι στην Παγκόσμια Συνδιάσκεψη θα έπρεπε να συμμετέχει «εκ των ων ουκ άνευ» η Παμποντιακή Ομοσπονδία Ελλάδος (ΠΟΕ).

Τελικά τα γεγονότα και οι εξελίξεις και με την άκαμπτη στάση μερίδας της ΠΟΕ οδήγησαν στην πραγματοποίηση της Συνδιάσκεψης χωρίς τη συμμετοχή της. Εξαρχής δήλωσα δημόσια την αντίθεση μου για τη στάση της νεολαίας της και τη στήριξη μου στη διοργάνωση, διότι θεώρησα πιο σημαντικό διακύβευμα την πραγματοποίηση της, έστω και χωρίς τη συμμετοχή της ΠΟΕ, από την ακύρωση της Συνδιάσκεψης εξαιτίας της στάσης της τελευταίας ομοσπονδίας. Και αυτό, διότι πράγματι επρόκειτο για μια παγκόσμια συνδιάσκεψη καθώς συμμετείχαν εκτός από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και οι ομοσπονδίες της Αμερικής, της Ευρώπης και της Αυστραλίας. Άλλωστε γινόμουν συνεχώς δέκτης τηλεφωνημάτων και μηνυμάτων διαμαρτυρίας για τις αλλεπάληλες παλινωδίες και την αβεβαιότητα που προκαλούσαν αυτές στα Σωματεία της αλλοδαπής που επιθυμούσαν να στείλουν τις νεολαίες τους στη Συνδιάσκεψη.

Η Συνδιάσκεψη βέβαια έγινε και μάλιστα υπήρξε επιτυχημένη. Ασχέτως αν θα μπορούσε να είναι καλύτερη. Πάντοτε υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Αλλώστε ο εχθρός του καλού είναι το καλύτερο. Το ουσιαστικό όμως εδώ ποιο είναι; Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό αυτό που έχω αναφέρει αρκετές φορές και στο παρελθόν. Να αναλογιστούμε δηλαδή όλα τα συνέδρια που έχουμε πραγματοποιήσει, τους στόχους και τις επιδιώξεις, που αυτά είχαν και τα αποτελέσματα των επιδιώξεων αυτών. Πόσα από τα θέματα που αναφέρονταν στα ψηφίσματα εκείνα πραγματοποιήθηκαν τελικά; Σε μια συμβολή του ο Χρήστος Ανδρεάδης, όπου γράφει σχετικά με την προσπάθεια δημιουργίας της Δημοκρατίας του Πόντου, αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά: «Από την άλλη πλευρά της τότε πολιτικής ηγεσίας των Ποντίων (διαφόρων δηλαδή επιτροπών: Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Κωνσταντινουπόλεως, Μασσαλίας, Βατούμ κλπ.), ενώ γίνονταν τόσες και τόσες προσπάθειες για την εμπέδωση και την ενίσχυση του αντάρτικου αγώνα, δυστυχώς περισσότερος χρόνος αφιερωνόταν στη διοργάνωση συνεδρίων (παμποντιακών κλπ.), που αποσκοπούσαν στη λήψη θεωρητικών κυρίως αποφάσεων χωρίς πρακτικό αντίκτυπο, με αποτέλεσμα να χάνεται πολύτιμος χρόνος για την αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών της στιγμής».

Με άλλα λόγια θέλω να υπογραμμίσω πως χάνουμε εξαιρετικά σημαντικό χρόνο και αναλώνουμε όλες τις δυνάμεις μας για να οργανώνουμε και να πραγματοποιούμε συνεδριάσεις, πολλές φορές να αντιδικούμε και για αυτές όπως συνέβη και τώρα χωρίς να μας ενδιαφέρει αν τα ψηφίσματα που δημοσιεύουμε ή οι στόχοι που θέτουμε θα εφαρμοστούν ποτέ από κανένα. Μάλιστα τα ψηφίσματα αυτά επαναλαμβάνονται σχεδόν απαράλλακτα σε κάθε συνέδριο. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν έπρεπε να γίνει η Συνδιάσκεψη νεολαίας ή ότι δεν πρέπει να γίνονται Παγκόσμια Συνέδρια. Επισημαίνω απλώς ότι θα πρέπει να ρίχνουμε βάρος και στην εφαρμογή των ψηφισμάτων.

Τι είναι αυτό το περίφημο αίτημα της ενότητας τελικά;

Αυτή η παραταξιακή αντίληψη ανθρώπων του χώρου, ότι δηλαδή οι ομοφρονούντες συντάσσονται με μια συντεχνιακή λογική στην ομάδα, ενώ εκείνοι που θα έχουν μια διαφορετική άποψη εξοβελλίζονται στο «πυρ το εξώτερον», ή οφείλει «όποιος παρεκκλίνει της πορείας, να κατέρχεται του οχήματος», αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προσβολές στον πράγματι δημοκρατικό άθλο που υπήρξε η ΠΟΕ. Οι πολυάριθμες και απανωτές παραιτήσεις σημαντικών ανθρώπων του χώρου δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης για τα παραπάνω.

Μια από τις αντίθετες απόψεις που πυροδότησε την καθεστωτικού τύπου επέμβαση, για να «καθαρίσει» το τοπίο, λες και δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν σε ένα σώμα, -που θέλει να ονομάζεται δημοκρατικό-, διάφορες απόψεις, ήταν το αίτημα της ενότητας. Δηλαδή ουσιαστικά με το αίτημα της ενότητας στον ελλαδικό χώρο εννοούμε την ένωση της ΠΟΕ με την ΠΟΠΣ. Καταρχήν φαίνεται ότι αρκετά σωματεία που ανήκουν στη μια ή στην άλλη ομοσπονδία έχουν κουραστεί από την χρόνια αντιδικία των δυο αυτών ομοσπονδιών. Κάποια άλλα πάλι φαίνεται να είναι γραμμένα και στις δυο Ομοσπονδίες. Βέβαια η πραγματικότητα είναι ότι η ΠΟΕ δεν συγκρίνεται ούτε σε πλήθος, ούτε σε ποιότητα δράσεων, ούτε σε μαζικότητα με την ΠΟΠΣ. Η αλήθεια είναι αυτή. Θεωρώ όμως ότι έχουν εκλείψει οι λόγοι του παρελθόντος που δικαιολογούσαν τη λυσσαλέα αντίδραση της ΠΟΕ στην προσχώρηση ή συγχώνευση με την ΠΟΠΣ. Τα πρόσωπα που δημιουργούσαν τα σοβαρότερα προβλήματα βρίσκονται πια στο περιθώριο. Μια μεγάλη πλειοψηφία της βάσης των Σωματείων που βλέπουν με νηφαλιότητα το μέλλον του οργανωμένου ποντιακού χώρου και μάλιστα σοβαρών και ιστορικών σωματείων επιθυμούν πια αυτή την προσέγγιση. Το πως θα γίνει δεν είναι του παρόντος, χρειάζονται αναλυτικές συζητήσεις και προγραμματισμός. Το γεγονός είναι ότι η παγιωμένη εικόνα των συνελλήνων εκτός του οργανωμένου χώρου είναι ότι οι Πόντιοι είναι χωρισμένοι και δεν τα βρίσκουν ούτε μεταξύ τους. Οι επιπτώσεις στο γεγονός αυτό, ακόμη και αν δεν γίνονται εύκολα αντιληπτές, είναι σημαντικές.

Από την άλλη μεριά το ζήτημα της ΠΟΠΣ δεν μπορεί να εξεταστεί χωριστά από την Παναγία Σουμελά, καθώς οι συσχετισμοί είναι πέρα από προφανείς. Αυτό είναι το πραγματικό επίδικο για πολλούς και το αίτιο βέβαια που δημιουργεί και τον πραγματικό γόρδιο δεσμό. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι η Παναγία Σουμελά, όπως και ο Περιστερεώτας, ο Βαζελώνας και τα υπόλοιπα ανιστορημένα μοναστήρια ή η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών δεν θα πρέπει να μπαίνουν στη λογική των Ομοσπονδιών, αλλά ν’ αποτελούν ξεχωριστά καθιδρύματα με την ιδιαίτερη βαρύτητα και το συμβολισμό τους, τα οποία θα στηρίζονται από όλο τον ποντιακό χώρο ανεξαρτήτως Ομοσπονδιών.

Είναι όμως εξαιρετικά σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι αυτό το περίφημο αίτημα της ενότητας, ρητορικό ή ουσιαστικό, οπωσδήποτε δεν μπορεί και δεν πρέπει να λειτουργήσει ως «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» για τις αμαρτίες του παρελθόντος συγκεκριμένων παραγόντων, οι οποίες είναι υπαρκτές και βαρύτατες. Πιστεύω ότι, αν υπήρχε ωριμότητα στην πλειοψηφία της βάσης, οι άνθρωποι αυτοί που προσπαθούσαν ή προσπαθούν να την χειραγωγήσουν θα είχαν ήδη απομακρυνθεί «με τις κλωτσιές».

Οι μεγαλοεπιχειρηματίες στον ποντιακό χώρο. Η περίπτωση Ιβάν Σαββίδη: σωτήρας ή κίνδυνος, πρόβλημα ή ευκαιρία;

Ο κύριος φόβος που κυριάρχησε την τελευταία περίοδο στον οργανωμένο ποντιακό χώρο υπήρξε η «εξαγορά» του χώρου από επιχειρηματίες ποντιακής καταγωγής με μεγάλη οικονομική επιφάνεια, οι οποίοι εκδήλωσαν ενδιαφέρον για όσα συμβαίνουν στο χώρο. Δεν προτίθεμαι να υποστηρίξω κανέναν, ούτε και αισθάνομαι την ανάγκη να απολογηθώ για τις απόψεις τις οποίες δημόσια εξέφρασα σχετικά με τη 2η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη Ποντιακής Νεολαίας, δηλαδή για την επιμονή μου στην αναγκαιότητα της συμμετοχής της Παμποντιακής Ομοσπονδίας σ’ αυτήν από τη στιγμή που συμμετείχαν όλες οι υπόλοιπες Ομοσπονδίες στον κόσμο, άλλωστε τις αιτιολόγησα γραπτώς όταν έπρεπε.

Το ζήτημα με την «ευκαιρία» που αναδείχθηκε τα τελευταία χρόνια της ύπαρξης δηλαδή ανθρώπων οικονομικά εύρωστων με διάθεση να ενισχύσουν την ποντιακή υπόθεση έχει δυο δομικά προβλήματα. Ας θεωρήσουμε καταρχήν, για να εξυπηρετήσουμε τη συζήτηση, πραγματική και άδολη την προσωπική τους αγάπη για τον Πόντο και τα ποντιακά ζητήματα. Το πρώτο πρόβλημα ή ερώτημα που αναφύεται αμέσως είναι αν αυτοί οι οικονομικοί παράγοντες ζητούν κάποια ανταλλάγματα για την οικονομική και άλλη βοήθεια που επιθυμούν να προσφέρουν. Το κυριότερο ζήτημα δηλαδή που πρέπει να προσεχθεί είναι η αποφυγή χειραγώγησης του χώρου και η διασφάλιση της δημοκρατικής λειτουργίας του. Δε σημαίνει βέβαια ότι στο παρελθόν ο χώρος δεν χειραγωγήθηκε ή ότι δεν έγινε προσπάθεια να χειραγωγηθεί. Τουναντίον. Απλώς η οικονομική επιφάνεια κάνει ακόμη ευκολότερη μια τέτοια προοπτική και γι’ αυτό το σημειώνω. Το δεύτερο ζήτημα που είναι σημαντικό να εξεταστεί είναι να διερευνηθεί ποιοι άνθρωποι βρίσκονται δίπλα τους και τους ενημερώνουν ή τους επηρεάζουν για όσα συμβαίνουν στον οργανωμένο ποντιακό χώρο. Απ’ αυτό εν πολλοίς και στο βαθμό που τους επηρεάζουν θα αποκαλυφθούν και αρκετά πράγματα για το που θα οδηγηθεί η εμπλοκή τους. Μήπως υπάρχουν άνθρωποι ιδιοτελείς, που περισσότερο ενδιαφέρονται για την προώθηση των προσωπικών τους υποθέσεων παρά των ευρύτερα εννοουμένων ποντιακών συμφερόντων; Επιπλέον εκείνοι από τον ευρύτερο ποντιακό χώρο, που δεν βρίσκονται δίπλα τους αλλά τους προσεγγίζουν, ενδιαφέρονται να αιτηθούν χρηματοδότηση μετά από μια ολοκληρωμένη και ολιστική χαρτογράφηση των αναγκών του χώρου ή για να εξυπηρετήσουν ιδιωτικά ή έστω συλλογικά συμφέροντα, άσχετα με την κάλυψη των σημαντικών αναγκών ή και ευρύτερα της ποντιακής υπόθεσης. Με άλλα λόγια για να είναι ουσιαστική η συμβολή τους θα πρέπει να υπάρξει ένας εξορθολογισμός χρηματοδοτικών ροών μέσα από ένα ολιστικό αναστοχασμό των αναγκών και των προτεραιοτήτων του ποντιακού κινήματος.

Σίγουρο είναι πάντως ότι χωρίς οικονομική ενίσχυση τα ποντιακά σωματεία, οι ομοσπονδίες και οι άλλες συλλογικότητες θα φυτοζωούν. Από τη στιγμή που έπαψε η κρατική χρηματοδότηση αυτό καθίσταται εμφανές για πολλά απ’ αυτά. Η περίπτωση του Ιβάν Σαββίδη και η αντιμετώπιση του από μερίδα του οργανωμένου χώρου μου θυμίζει την συμπεριφορά της χρεωκοπημένης Ελλάδας απέναντι στους δανειστές και τους Ευρωπαίους. Από τη μια τους βρίζουμε και από την άλλη παρακαλάμε για τα λεφτά τους. Ας σοβαρευτούμε. Από τη στιγμή που ο Σαββίδης δεν απειλεί τις δημοκρατικές λειτουργίες των συλλογικών μας συσσωματώσεων, θα πρέπει να αγκαλιαστεί από τον οργανωμένο ποντιακό χώρο, διότι έχει αποδείξει πολλαπλώς ότι προσφέρει. Και επιπλέον θεωρώ πως, αν δει κάποιος τον Σαββίδη απλώς ως άνθρωπο με μεγάλη οικονομική επιφάνεια, τον αδικεί. Ο άνθρωπος φαίνεται ότι έχει και πνευματικό περιεχόμενο και καλλιέργεια, γεγονός που αποτελεί ζητούμενο για πολλά από τα στελέχη που τον αντιμάχονται. Σκοπός μου δεν είναι να πλέξω το εγκώμιο του Σαββίδη, ούτε να φανώ αυλοκόλακας του κεφαλαίου, άλλωστε πιστεύω ότι αργά ή γρήγορα ο συγκεκριμένος άνθρωπος θα πάρει τη θέση που του αξίζει στον οργανωμένο χώρο ή εν πάση περιπτώσει στη συνείδηση των Ποντίων. Θέλω απλώς να υπογραμμίσω κάποια πράγματα και να είμαι ρεαλιστής και ορθολογιστής. Αυτό το επιθυμώ μάλιστα ως ένας άνθρωπος που αγωνίζεται από μικρό παιδί μαζί με την οικογένεια του για τη διατήρηση ενός σοβαρού Ιδρύματος, του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, του οποίου η διαχείριση έχει σοβαρές δυσκολίες και προβλήματα οικονομικά και διοικητικά. Αλλιώς μιλάς, κρίνεις και κατανοείς, όταν η συμμετοχή σου στα κοινά γεμίζει απλώς την ελεύθερη σου ώρα και αλλιώς, όταν είσαι υποχρεωμένος να επιβαρύνεις την προσωπική σου και οικογενειακή σου ζωή θυσιάζοντας σημαντικό μερίδιο από τον χρόνο, την εργασία και τα χρήματα σου. Στην τελευταία περίπτωση δεν έχεις την πολυτέλεια του χρόνου και των φιλοσοφικών συζητήσεων, αλλά πρέπει να είσαι ουσιαστικός και αποτελεσματικός.

Με λίγα λόγια δηλαδή αυτό που θέλω να πω είναι ότι θα πρέπει από τη μια να υπάρξει ένας εξορθολογισμός και από την άλλη να αφήσουμε τις νέες δυνάμεις που εμφανίστηκαν στο χώρο να εκφραστούν. Δεν μπορεί να λοιδωρούνται άνθρωποι και να γίνεται δίκη προθέσεων και υποκειμενική ερμηνεία θέσεων και απόψεων, επειδή απλώς οι απόψεις τους για τα πράγματα δεν συμφωνούν με τις δικές μας. 

Οι συλλογικές συσσωματώσεις και η διασφάλιση της δημοκρατικής τους λειτουργίας.

Σε όλα τα παραπάνω θα πρέπει να προσεχθεί ένα σημαντικό διακύβευμα που αναφέρθηκε επιγραμματικά παραπάνω. Αυτό δεν είναι άλλο από την προστασία της δημοκρατικής λειτουργίας των φορέων μας. Είναι ένα ζήτημα που πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα, καθώς στο παρελθόν ακούστηκαν απόψεις όπως να καταργηθούν οι συλλογικές μας συσσωματώσεις, πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες, και να αναλάβουν οι οικονομικά επιφανείς να λύσουν τα όποια ζητήματα ταλανίζουν ακόμη τον ποντιακό ελληνισμό. Φαντάζομαι πως αυτή η υπερβολή ακούστηκε μάλλον για να καταδείξει την αδυναμία λύσεων των ζητημάτων μας και όχι ως ουσιαστική πρόταση. Η πρόταση αυτή θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το παράδειγμα του να επιθυμεί κάποιος να επιτύχει στις εξετάσεις για να εισέλθει στο πανεπιστήμιο, χωρίς όμως ν’ ακολουθήσει την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αυτά τα πράγματα είναι αδιανόητα. Οι Σύλλογοι και οι Ομοσπονδίες καλώς υπάρχουν για να διδάσκουν τον πολιτισμό και τους χορούς στα νέα παιδιά, αλλά και να τα εγκεντρίζουν στην νοοτροπία ότι οι ρίζες και οι παραδόσεις έχουν μια σημαντική αξία για την καθημερινότητα τους.

Ποιό είναι το συμβολικό φορτίο και οι συνδηλώσεις της άνευ όρων παράδοσης, της αυτοκατάργησης της δημοκρατικής επιτυχίας των ανεξάρτητων σωματείων και των στελεχών τους; Με μια λέξη θα το χαρακτηρίζαμε ως ξεπούλημα αποικιακού μάλιστα τύπου. Για να μην τα πολυλογούμε. Κατάργηση των σωματείων και των ομοσπονδιών θεωρώ πως είναι αδιανόητη. Η δημιουργία άλλων πιο αποτελεσματικών και ευέλικτων οργάνων είναι καλοδεχούμενη, αν όχι ζητούμενο, για τις σύγχρονες προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Άλλωστε το είχαμε σημειώσει και παλαιότερα ότι: «Το πρόβλημα με εμάς τους Ποντίους, αλλά και τους Έλληνες γενικότερα είναι ότι δυσκολευόμαστε να δημιουργήσουμε θεσμούς πέρα από αυτούς που έχουμε μάθει ήδη να δημιουργούμε, δηλαδή συλλόγους και ομοσπονδίες. Ο Ποντιακός ελληνισμός πολύ σπάνια συζήτησε σοβαρά την ανάληψη πρωτοβουλίας για δομικές δημιουργίες. Δηλαδή δεν συλλογίστηκε σοβαρά τη δημιουργία θεσμών και δομών, τέτοιων, που θα προωθήσουν τα σοβαρά ιστορικά και πολιτικά του ζητήματα».

Η δημοκρατία είναι ένας διαρκής αγώνας, ένας άθλος και ένα συνεχές ζητούμενο. Δεν σημαίνει ότι άπαξ και επετεύχθη η λειτουργία της σε μια συγκεκριμένη στιγμή έχει διασφαλιστεί η ορθή λειτουργία της στο διηνεκές. Πάντοτε ελλοχεύει ο κίνδυνος της απώλειας της. Υπάρχουν όμως και στιγμές που η δημοκρατία είναι το άλλοθι για να μην προχωρούν τα ζητήματα που έχουν βαλτώσει. Αυτό συμβαίνει, εξαιρουμένων βέβαια των καθεστωτικών νοοτροπιών, όταν σε μια λειτουργία απαιτείται υψηλή εξειδίκευση και βαθιά γνώση καταστάσεων και γεγονότων. Τότε η επιλογή προσώπων πρέπει να είναι συγκεκριμένη και όχι να βασίζεται σε απλές δημοκρατικές διαδικασίες. Δε μιλώ βεβαίως για τις πολιτικές επιλογές, οι οποίες θα θέσουν και τη στόχευση, και θα πρέπει σαφώς να είναι δημοκρατικές. Αναφέρομαι σε μια ανάγκη τεχνοκρατικής αντίληψης και κουλτούρας που πρέπει να υπάρχει από την πλευρά του οργανωμένου χώρου για κάποια εξειδικευμένα ζητήματα.

Σε άλλες εποχές η δημιουργία συλλόγων εξυπηρετούσε διάφορους σκοπούς, κομματικούς, προβολής, απόσπασης χρηματοδοτήσεων. Ας μην γελιέται ο μέσος πόντιος αναγνώστης ότι η κακοδαιμονία του οργανωμένου χώρου δεν είναι αποτέλεσμα συμπεριφορών ανθρώπων που διαχειρίστηκαν το χώρο για ίδιον όφελος, όπως προσπορισμό κερδών, προβολής, ανάδειξης σε ανώτερα πολιτικά κλιμάκια ή απλώς ικανοποίησης άμετρων φιλοδοξιών. Αυτό οδήγησε στη γιγάντωση του φαινομένου της ίδρυσης σωματείων με συνέπεια πολλές φορές ν’ αναρωτιέται κανείς για την ανάγκη ύπαρξης συγκεκριμένων σωματείων. Άλλωστε είναι κοινό μυστικό ότι υπάρχουν «σύλλογοι σφραγίδες». Αλήθεια πριν μιλήσουμε για ενότητα μήπως θα έπρεπε πρώτα ν’ ανοίξουμε το θέμα αυτό, των συλλόγων-φαντασμάτων; Ο αριθμός των συλλόγων με μηδαμινή δράση, -η κοπή πίτας και ο ετήσιος χορός δεν μπορεί να θεωρηθεί δράση ή να δικαιολογεί τη σύσταση συλλόγου-, μου θύμισε το παράδειγμα της σύστασης προσφυγικών συλλόγων στο μεσοπόλεμο, όπως σημειώνεται σε άρθρο του Γιάννη Σκαλιδάκη: «Από αναφορές των ίδιων των προσφυγικών πηγών, ο αριθμός των συλλόγων θεωρούνταν υπερβολικός. Η δικαιολόγηση αυτού του φαινομένου δεν μπορεί να είναι άλλη παρά ο συνδυασμός όλων των απαραίτητων δραστηριοτήτων των προσφύγων με τις προσωπικές, πολιτικές ή άλλες φιλοδοξίες που ωθούσαν στην ίδρυση πολλών συλλόγων, ακόμη και μέσα στον ίδιο συνοικισμό και με τους ίδιους σκοπούς».

Εν κατακλείδι και συνοψίζοντας αυτό που θέλει να υπογραμμίσει η παρούσα παρέμβαση είναι ότι τα σωματεία και οι δευτεροβάθμιες οργανώσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να λειτουργούν ως έχουν. Είναι τα πρωτοκύτταρα της ύπαρξης μας και της συνέχειας και διδασκαλίας της παράδοσης μας. Όπως έχουμε όμως σημειώσει πολλές φορές και αλλού δεν είναι αυτά που θα επιληφθούν ζητημάτων επιστημονικών και πολιτικών. Δεν μπορούν με άλλα λόγια να αντικαταστήσουν το πανεπιστήμιο και την πολιτική. Αν λοιπόν δεν δημιουργηθούν έδρες ποντιακών σπουδών για την προώθηση των επιστημονικών ζητημάτων που αφορούν τον Πόντο και δεν ενισχυθεί η πολιτική συνείδηση της προώθησης των αντίστοιχων πολιτικών ζητημάτων, δεν διαφαίνεται ευοίωνο το μέλλον. Μπορούν να δημιουργηθούν άλλες δομές, πολιτικές, κοινωνικές, επαγγελματικές, οι οποίες και πιο αποτελεσματικές θα είναι, αλλά ίσως και πιο ουσιαστικές στις δράσεις τους. Δεν νομιμοποιείσαι όμως να καταργήσεις τις συλλογικές συσσωματώσεις, ο ρόλος των οποίων δεν μπορεί ν’ αντικατασταθεί από καμιά άλλη δομή. Με άλλα λόγια δεν νομιμοποιείσαι να καταργήσεις τη δημοκρατία μέσα στο ποντιακό κίνημα.

Αν η δημιουργία άλλων δομών που αναφέρω παραπάνω σημαίνει για κάποιους ίδρυση πολιτικού φορέα, δεν το γνωρίζω. Θεωρώ πάντως πως δεν θα υπήρχε ανάγκη ίδρυσης του τελευταίου, αν οι εκάστοτε κυβερνήσεις δεν περιέπαιζαν τον ποντιακό και ευρύτερα προσφυγικό ελληνισμό στα μεγάλα του ζητήματα και αν οι εκπρόσωποι του ποντιακού ελληνισμού δεν αρκούνταν στις μικροπολιτικές εξυπηρετήσεις παραιτούμενοι από τα μεγάλα προσφυγικά και ποντιακά αιτήματα, ή έστω, για να είμαστε πιο επιεικείς, δεν αρκούνταν σε απλές επερωτήσεις στη Βουλή. Αν λυθούν δηλαδή τα προβλήματα με την προσφυγική περιουσία, η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας, τα προβλήματα των νεοπροσφύγων, η διεθνής προστασία και αποκατάσταση των μνημείων και τα άλλα σημαντικά ζητήματα, τότε, κατά την άποψη μου, δεν έχει και νόημα η ίδρυση ποντιακού κόμματος, καθώς τα συμφέροντα του ποντιακού ελληνισμού ταυτίζονται με εκείνα του υπόλοιπου ελληνισμού, αδιάσπαστο τμήμα του οποίου άλλωστε αποτελεί.

Το διακύβευμα

Θεωρώ λοιπόν ότι ο Ποντιακός ελληνισμός βρίσκεται σ’ ένα σημαντικό σταυροδρόμι. Ή θα επιλέξει να συνεχίσει την πορεία που ακολουθεί ως τώρα με μια συντεχνιακή λογική, η οποία θα τον οδηγήσει στην αυτιστική εσωτρέφεια και απομόνωση ή θα επιλέξει να συνδιαλεχθεί δημιουργικά με τις νέες ιδέες, τα νέα μυαλά και τα νέα μοντέλα συλλογικού προβληματισμού. Διότι δεν μπορεί να αμφισβητήσει κάποιος που επικοινωνεί με τον εκτός οργανωμένου ποντιακού χώρου κόσμο, ότι υπάρχει σήμερα μια πολλαπλότητα πυκνών μάλιστα απόψεων και ιδεών σχετικά με το τι χρειάζεται ο χώρος, οι οποίες όμως δεν φθάνουν στα κέντρα λήψης αποφάσεων ή οι απόψεις αυτές τους αφήνουν παγερά αδιάφορους. Αυτός ο πλουραλισμός απόψεων μόνο θετικά στοιχεία έχει να προσφέρει στο ποντιακό κίνημα αρκεί να βρει διέξοδο τόσο στο ευρύ κοινό, όσο και σε ανθρώπους που ασκούν διοικητικό έργο. Διότι μέσα από την αλληλόδραση των ιδεών και των δημοκρατικών διαδικασιών γεννιούνται ελπιδοφόρα και δημιουργικά κινήματα. Όταν όμως έχεις σκοτώσει το διάλογο και την κριτική σκέψη πώς μπορείς να ελπίζεις σε ουσιαστική αναγέννηση; Ας μην προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε αλλού τις καταβολές αυτής της αλλοτρίωσης. Τόσο θόλωσε το μυαλό μας, που θαρρώ πως είναι αναγκαία μια επαναδιατύπωση αρχών και αξιών πάνω στις οποίες θα οικοδομήσουμε τη νέα πορεία,  ίσως και υπό νέους σχηματισμούς, αλλά οπωσδήποτε με ένα αξιακό σύστημα που διέπεται από τις δημοκρατικές αρχές, τον ουσιαστικό επικοδομητικό διάλογο, που θα βασίζεται σε επιχειρήματα και τον σεβασμό στη διαφορετική άποψη. Διευκρινίζω και πάλι ότι, όταν μιλώ για νέους σχηματισμούς, δεν εννοώ την κατάργηση των σωματείων και των ομοσπονδιών. Υποστηρίζω απλώς ότι το κάθε ζήτημα πρέπει να λαμβάνει την αναγκαία θεραπεία από εξειδικευμένους ανθρώπους ή από ανθρώπους, που θα έχουν εντρυφύσει στα συγκεκριμένα ζητήματα. Δυστυχώς το επίπεδο των συζητήσεων τόσο των δημόσιων όσο και εκείνων που διεξάγονται σε συνεδριάσεις και συνελεύσεις αρκετές φορές έχουν επίπεδο καφενείου. Ο λεκτικός βερμπαλισμός ακύρωσε το νόημα των λέξεων και κινδυνεύουμε ν’ αλλοιώσουμε το χαρακτήρα και την ιδιοπροσωπία μας. Οι βαθύτερες αξίες που νοηματοδοτούσαν κάποτε τη ζωή μας και την αγάπη μας για τον χώρο φαίνεται να εξαφανίζονται από την πρόταξη ανούσιων φληναφημάτων για την παράδοση και την ποντιακή κουλτούρα που απομακρύνουν τους ιδιοφυείς και ταλαντούχους νέους που αποστρέφονται τα στερεότυπα.

Εξαιρέσεις ασφαλώς υπάρχουν πολλές και σημαντικές, δεν αποτελούν όμως τον κανόνα και αυτό, γιατί ο χώρος δυστυχώς, ή οι οργανικοί «διανοούμενοι» του χώρου αρκούνται σε δοξαστικές αναφορές του παρελθόντος και στην αυτοδικαίωση της παράδοσης απλώς και μόνο επειδή είναι παράδοση. Κανένας προβληματισμός για το γεγονός ότι κάποιες από τις παραδόσεις είναι βάρβαρες ή απλώς σκληρές. Κατανούνται όμως, διότι οι παραδόσεις αυτές δημιουργήθηκαν σε προνεωτερικές κοινωνίες που ήταν δομημένες με έναν συγκεκριμένο τρόπο και το κάθε πρόσωπο είχε συγκεκριμένη θέση μέσα σ’ αυτές. Αυτά για να δούμε και την άλλη πλευρά της παράδοσης και να μην αγιοποιούμε άκριτα ό,τι μας παραδόθηκε από τους παππούδες μας. Βέβαια εκτός οργανωμένου ποντιακού χώρου γίνονται σοβαρά και λαμπρά έργα από ανθρώπους που δρουν εκτός των δομών του.

Ακόμη και το γεγονός ότι συνεχίζουμε να συζητούμε για το δεδομένο ότι η ύπαρξη των σωματείων και των ομοσπονδιών αποτελούν μια ύψιστη πολιτική πράξη αποδεικνύει το νηπιακό στάδιο στο οποίο βρίσκεται η πολιτική μας αντίληψη για τα πράγματα. Η έλλειψη βέβαια της αριστοτελικής πολιτικής συνείδησης αντανακλάται και στο υπάρχον πολιτικό επίπεδο της χώρας. Όσον αφορά όμως πιο συγκεκριμένα στο ποντιακό ζήτημα αυτή η υπαναχώρηση της συνειδητοποίησης της πολιτικής διάστασης του ποντιακού κινήματος οδήγησε στη φολκλοροποίηση των σημαντικών αιτημάτων του. Και αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, διότι πέρα από τον αποπροσανατολισμό μπορεί να οδηγήσει και στην απαξίωση των συλλογικών σχηματισμών και των λειτουργιών τους.

Όλες οι συνιστώσες οφείλουν να σέβονται και να υπηρετούν τη Δημοκρατία. Βέβαια θα είναι κάποιος αφελής αν πιστεύει ότι αυτή η γενική έννοια περί δημοκρατίας είναι κάτι το οποίο δεν χειραγωγείται και κατευθύνεται, σημειώθηκε και νωρίτερα. Εκείνο που θα διασφαλίσει την πραγματική λειτουργία της δημοκρατίας είναι ουσιαστικοί θεσμοί που θα σέβονται πρώτα απ’ όλα οι ίδιοι την δημοκρατία, θα κρίνουν, θα αξιολογούν και θα καταγγέλουν, όπου χρειάζεται, φαινόμενα παρακμής και παραβίασης της. Απο τις επιστολές που αντηλλάγησαν και δημοσιεύθηκαν στον ηλεκτρονικό τύπο σχετικά με τη διάσταση περί ενότητας ή την 2η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη Ποντιακής Νεολαίας καταλαβαίνει κανείς οτι τίποτα δεν έχει αλλάξει στη νοοτροπία της γενιάς των μετά των 50 χρόνων, για να βάλουμε ένα συμβολικό όριο. Το ίδιο ισχύει για νεολαίους που εμμένουν αγκιστρωμένοι σε μανιχαϊστικές λογικές και λειτουργούν με το απλοϊκό δίπολο του καλού και του κακού παράγοντα του οργανωμένου ποντιακού χώρου. Άρα λοιπόν, εάν η νέα γενιά δεν πάρει τη σκυτάλη στα χέρια της αποφασισμένη όμως να μην επηρεάζεται από τις νοοτροπίες του παρελθόντος, ας μην έχουμε καμιά ψευδαίσθηση για την βελτίωση της κατάστασης. 

Επίλογος

Έχω πολλές φορές εκφράσει δημόσια τον προβληματισμό μου για την επιτυχία του οργανωμένου ποντιακού χώρου όλα αυτά τα χρόνια και για το αν η κεντρική πολιτική σκηνή λαμβάνει σοβαρά υπόψη της τη δύναμη για την οποία δημόσια αυτοβαυκαλιζόμαστε ότι έχουμε με στόμφο μάλιστα αυτοκρατορικής ορολογίας. Το παράδειγμα με τις συντάξεις των νεοπροσφύγων, το ζήτημα της Γενοκτονίας και την αφαίρεση της ύλης της ποντιακής ιστορίας στα σχολικά βιβλία, η αδυναμία δημιουργίας εδρών ή ερεισμάτων στα πανεπιστήμια, καθώς και η αδυναμία ουσιαστικής αντίδρασης στην με γεωμετρική πρόοδο παράλυση των φορέων μας, εξαιτίας των ιδιαίτερων φόρων που καλούνται να πληρώσουν, όσοι έχουν κάποια ακίνητη περιουσία, δείχνουν με ενάργεια ότι μάλλον θα πρέπει να αναρωτηθούμε σοβαρά για την δύναμη και την αποτελεσματικότητα μας. Τα δελτία τύπου, που δημοσιεύονται απλώς για να πούμε ότι κάτι κάναμε, ότι υπήρξε μια στοιχειώδης αντίδραση, επιβεβαιώνουν απλώς όλα τα παραπάνω, ότι δηλαδή «ο βασιλιάς είναι γυμνός».

Δεν θα αναφερθούμε εδώ ξανά στο τι θα έπρεπε να γίνει στον ποντιακό χώρο. Νομίζω ότι έχω ξεκάθαρα σημειώσει με παλαιότερες δημοσιεύσεις τις απόψεις μου και δεν πιστεύω ότι έχω να προσθέσω κάτι περισσότερο. Εκείνο όμως που θεωρώ ότι πρέπει καταρχήν να έχουμε ως στόχο είναι να είμαστε ρεαλιστές και ουσιαστικοί. Να πάψουμε να βαυκαλιζόμαστε και να βυθιζόμαστε στην αποχαύνωση. Η επιτυχία των στόχων που θέτουμε δεν είναι κάτι γενικό και αόριστο που ο καθένας το προσδιορίζει όπως θέλει. Έχει μετρήσιμα αποτελέσματα. Αν σταχυολογήσει κανείς μερικούς από τους στόχους που εμφανίζονται στις συνεδριάσεις των κύριων φορέων που μας απασχολούν, βλέπει ότι δεν πραγματοποιήθηκε απολύτως τίποτε από τους κύριους και σημαντικούς στόχους. Όποιος διατηρεί αμφιβολίες ας επιχειρήσει μια γρήγορη αναδρομή στο διαδίκτυο. Περίσσεψαν οι μεγαλόστομες εκφράσεις και η υποκρισία.

Η τελευταία γενική συνέλευση της ΠΟΕ και μερικών, αν όχι όλων των ΣΠΟΣ ήταν για μένα αποκαλυπτική, όσο και οδυνηρή. Πώς καταφέραμε έναν πραγματικό άθλο να τον απομειώσουμε σε μια ανούσια σύναξη, σε μια εμμονική ρουτίνα; Πώς καταφέραμε την χρόνια εσωστρέφεια μας να την παγιώσουμε σε μια αυτιστική ανακύκλωση άσχετων και ανούσιων επιλογών αγγίζοντας τα όρια της γραφικότητας με τα ίδια κουρασμένα πρόσωπα να ανακυκλώνονται; Σε όλα τα παραπάνω λείπουν από τον γράφοντα οι όποιες σκοπιμότητες, η ισοπέδωση των πάντων και η άκοπη και εύκολη κριτική. Ακριβώς, επειδή και εγώ όπως και πολλοί άλλοι έχασα ουσιαστικό χρόνο από τη ζωή μου για την επιτυχία των στόχων του ποντιακού κινήματος θα επιθυμούσα τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Δυστυχώς όμως δεν είναι. Συναντώ στην καθημερινότητα μου εκπληκτικούς νέους με κοφτερά μυαλά και όμορφες ιδέες, που σε παρακινούν σε κριτικό διάλογο. Η σύγκριση με τον οργανωμένο χώρο αναπόφευκτη. Ξηρασία, απολυταρχική σκέψη και συμπεριφορά, απουσία ουσιαστικού διαλόγου. Προϋπόθεση για να συνεχίσουμε να «χάνουμε» τον χρόνο μας μ’ αυτό που ονομάζεται ποντιακό κίνημα ή οργανωμένος χώρος είναι να καταλάβουν κάποιοι ότι ο κύκλος των παλαιών νοοτροπιών έκλεισε.

Θα πρέπει πια στον οργανωμένο ποντιακό χώρο να μάθουμε να συζητάμε συντεταγμένα τα ουσιώδη ζητήματα που αφορούν την ιδιοπροσωπία, την ταυτότητα, την στόχευση, και την κατεύθυνση που επιθυμούμε να προσδώσουμε στο χώρο. Να απαλλαγούμε από τη νοοτροπία της διαχείρισης της καθημερινότητας και όσων προκύπτουν από την επικαιρότητα και να αναστοχαστούμε δομικές αλλαγές λειτουργίας που θα μας οδηγήσουν σε προτάσεις για το μέλλον του οργανωμένου ποντιακού χώρου που το παρόν στελεχιακό δυναμικό δεν έτυχε ή δεν είναι σε θέση να σκεφθεί. Να πάψουμε να προβάλλουμε αυθαίρετα μια υποκειμενική αντίληψη για τα πράγματα, την οποία επιθυμούμε να επιβάλουμε σε μια ολόκληρη οργάνωση ασχέτως αν υπάρχουν διαφορετικές φωνές ή κριτική. Φίμωση και κανονιστική λογική για τους έχοντες κριτική άποψη ή εκφράζουν σκέψεις ή διαφορετικές εκτιμήσεις για τα πράγματα δεν χωρά σε μια δημοκρατία. Ειλικρινά αναρωτιέμαι πόσες φορές είχαμε τη δυνατότητα μιας ειλικρινούς, γόνιμης, ελεύθερης και φιλικής ανταλλαγής απόψεων, χωρίς να λοιδωρείται η αντίθετη άποψη;

Για να μην είμαι άδικος και για να μην μηδενίσουμε όλες τις προσπάθειες του οργανωμένου χώρου, σπεύδω να σημειώσω ότι πολλοί προσπάθησαν να βοηθήσουν, να κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου, να βρουν λύσεις, να προτάξουν ιδέες, μέχρι που το σύστημα τους πέταξε εκτός. Το σύστημα βέβαια δεν είναι απρόσωπο, είναι συγκεκριμένα ονόματα, μικρός είναι ο χώρος και όλοι γνωριζόμαστε. Το γεγονός ότι δεν μπορούμε να συζητήσουμε μεθοδικά και συντεταγμένα είναι δομικό στοιχείο της προβληματικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει ο χώρος. Το οικονομικό πρόβλημα απλώς ήρθε να προστεθεί και να γιγαντώσει το πρόβλημα, δεν το δημιούργησε.

Δεν είναι τυχαίο ότι εξαιρετικά σημαντικοί Πόντιοι, ενώ προβληματίζονται για τα ποντιακά ζητήματα, δεν επιθυμούν όχι μόνο να εμπλακούν στον οργανωμένο ποντιακό χώρο, αλλά ούτε να ακούσουν γι’ αυτόν. Επίσης δεν είναι τυχαίο ότι όλο και περισσότεροι σύλλογοι αποστασιοποιούνται από τα δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια όργανα. Επίσης δεν είναι τυχαίες, ούτε μυστικές οι συναντήσεις και οι συζητήσεις για την κατάσταση του οργανωμένου ποντιακού χώρου που δεν είναι καθόλου ικανοποιητική.

Και κάτι τελευταίο για τους εξ Ρωσίας ορμώμενους. Εξαιτίας του δυτικού ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας ο ελληνισμός των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ μας φαντάζει απόμακρος, ακατανόητος και σίγουρα όχι οικείος, εκτός και αν οι οικογενειακές μας καταβολές εμπεριέχουν τη μετανάστευση προηγούμενων γενιών στη Ρωσία ή άλλες όμορες χώρες κατά το παρελθόν. Η επανοικείωση αυτού του σημαντικού κομματιού του ελληνισμού και η άντληση απ’ αυτό όλων των αγαθών στοιχείων, που έλειψαν από τη δυτικότροπη νοοτροπία, είναι άλλη μια πρόκληση και μια ευκαιρία, ας μην την κλωτσήσουμε, επειδή δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να καταλάβουμε τις σημαντικές διαστάσεις αυτού του γεγονότος ή επειδή είμαστε ακόμη επηρεασμένοι από την ψυχροπολεμική νοοτροπία των προηγούμενων δεκαετιών.

Σκόπιμα δεν αναφέρθηκα σε πρόσωπα, αν και για να πω την αλήθεια μπήκα στον πειρασμό. Και το έκανα αυτό γιατί 1ον η ένσταση μου δεν βρίσκεται στα πρόσωπα, αλλά στις λογικές που κρύβονται πίσω από τις πράξεις τους και 2ον διότι δεν θεωρώ ότι υπάρχει η ωριμότητα στο χώρο να διακρίνει κάποιος πως, όταν μιλάς για το πρόσωπο του αναφέρεσαι σ’ αυτόν για την ιδιότητα που φέρει και τις επιλογές που κάνει με τη συγκεκριμένη ιδιότητα και δεν αναφέρεσαι στο χαρακτήρα του και στην προσωπικότητα του γενικά. Αναφέρεσαι δηλαδή στο θεσμικό του ρόλο και μόνο σ’ αυτόν.

Από το δρόμο λοιπόν που θα κληθεί να ακολουθήσει ο οργανωμένος ποντιακός χώρος θα αποκαλυφθεί αφενός, εάν έχει ωριμάσει και αν αντιλαμβάνεται τις προκλήσεις των καιρών και αφετέρου, εάν θα ανανεώσει την ουσιαστική του ύπαρξη και παρέμβαση στα τεκταινόμενα ή θα καταλήξει μια γραφική κατάσταση απαξιωμένη από την υπόλοιπη κοινωνία. Η ΠΟΕ και η ΔΙΣΥΠΕ δημιουργήθηκαν έπειτα από πολλούς και σημαντικούς δημοκρατικούς αγώνες και συνέβαλλαν καθοριστικά στην διαμόρφωση μιας άλλης αντίληψης για τον οργανωμένο ποντιακό χώρο. Αρκεί να διαβάσει κανείς τα πρακτικά των συνεδρίων και των διάφορων συνεδριάσεων. Ανταποκρίνονται όμως πια τα όργανα αυτά στις προσδοκίες των ιδρυτών τους; Το ερώτημα είναι πραγματικό και όχι ρητορικό, ενώ οι επιλογές που θα γίνουν, θα δεσμεύσουν ή θα αποδεσμεύσουν αντίστοιχα τις όποιες δυναμικές αναμόρφωσης του τοπίου. 

* Ο Θεοδόσης Κυριακίδης είναι Θεολόγος-Ιστορικός, Δρ Νεότερης Ιστορίας

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Εύξεινος Πόντος".