Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Η αναγέννηση της Ποντιακής λύρας στην Τραπεζούντα

Η αναγέννηση της Ποντιακής λύρας στην Τραπεζούντα
Η αναγέννηση της Ποντιακής λύρας στην Τραπεζούντα 

«Ρωγμές» στην κυρίαρχη ιστορική αφήγηση στην Τουρκία δημιουργεί η αναγέννηση που γνωρίζει η ποντιακή λύρα στην Τραπεζούντα, υποστηρίζει ο διδάκτορας Ανθρωπολογίας του πανεπιστημίου Πρίνστον των ΗΠΑ Νίκος Μιχαηλίδης. 

Όπως δήλωσε ο ίδιος, με αφορμή την υποστήριξη της διατριβής του με θέμα «Ηχοτοπία της Τραπεζούντας: Μουσική, Μνήμη και Πολιτική Εξουσία στην Τουρκία», η λύρα βγαίνει τα τελευταία χρόνια από το περιθώριο, το ελληνικό γλωσσικό ιδίωμα της σημερινής Τραπεζούντας (Ρωμεϊκα) άρχισε δειλά δειλά να χρησιμοποιείται δημόσια στα τραγούδια και η αλλαγή αυτή ενισχύει την ανάδειξη του κοινωνικού πλουραλισμού που είναι απαραίτητος για τον ουσιαστικό εκδημοκρατισμό της Τουρκίας.

Μετά τον εξισλαμισμό τμήματος του ελληνικού πληθυσμού της Τραπεζούντας, τον 16ο και 17ο αιώνα, η ποντιακή λύρα στιγματίστηκε από τοπικούς θρησκευτικούς ηγέτες, ως όργανο των «απίστων» και παλιά χριστιανική συνήθεια. 

«Θεωρούνταν αμαρτία από πολλούς πιστούς μουσουλμάνους να ακούς και να παίζεις λύρα σχεδόν μέχρι τη δεκαετία του '80 και του '90» υπογράμμισε στο Αθηναϊκό Πρακτορείο ο κ. Μιχαηλίδης και πρόσθεσε ότι δεν ήταν λίγοι οι οργανοπαίχτες που «έβγαζαν τη λύρα από το σπίτι τους τυλιγμένη σε χαρτιά από εφημερίδες και κρυμμένη κάτω από τη ζακέτα, προκειμμένου να αποφύγουν την κριτική και τον στιγματισμό».

Ηχοχρώματα στο περιθώριο

Ένας Τραπεζούντιος λυράρης που συμμετείχε στην έρευνα δήλωσε στον κ. Μιχαηλίδη για τον έλεγχο της συνείδησης μέσα από την μουσική: 

«Αν δεν υπήρχε πίεση από την κοινωνία για την ποντιακή λύρα και τη μουσική της, οι άνθρωποι θα εκδήλωναν τα συναισθήματά τους ευκολότερα. Όταν όμως τους λένε να μην ακούν λύρα, να μη χορεύουν, να μην ηχογραφούν τραγούδια με λύρα, οι άνθρωποι φοβούνται και αρχίζουν να απομακρύνονται από αυτή την μουσική. Έτσι καταφέρνουν να ελέγχουν και την μνήμη των ανθρώπων. Ίσως αυτός να είναι ένας τρόπος που το κράτος κρατάει τους ανθρώπους υπό συνεχή έλεγχο».

«Αυτός ο φόβος και η απομάκρυνση από τη λύρα δημιουργούν ένα ρήγμα με το παρελθόν και παράλληλα διαμορφώνουν άλλου τύπου προσδοκίες για το μέλλον. Η προσωπικότητά μας διαμορφώνεται από την τραπεζουντιακή λύρα. Όταν λοιπόν μας λένε ορισμένοι ιμάμηδες να μην παίζουμε και να μην ακούμε αυτό το όργανο γιατί δήθεν συνιστά αμαρτία, τότε προσπαθούν να ελέγξουν τη σκέψη, τη μνήμη και την προσωπικότητά μας. Έτσι οι άνθρωποι αλλάζουν και αφομοιώνονται» επισήμανε λυράρης, ο οποίος δεν θέλησε να δημοσιοποιηθεί το όνομα του.

Επιπλέον, στο πλαίσιο συγκρότησης τουρκικής εθνικής συνείδησης και εθνικού κράτους η κυβέρνηση του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, αλλά και άλλες, ακολούθησαν πολιτικές για τον «εκτουρκισμό» του τραγουδιού, που αφορούσαν όχι μόνο το ελληνικό ιδίωμα της Τραπεζούντας, αλλά και τις άλλες γλώσσες της Μικράς Ασίας (κουρδικά, αρμενικά, αραβικά, λαζικά, γεωργιανικά, τσερκεζικά κ.α). 

«Όλοι έπρεπε να τραγουδούν στα τουρκικά» τόνισε ο κ. Μιχαηλίδης. Προκειμένου να δημιουργηθεί τουρκικό εθνικό μουσικό ρεπερτόριο, σε πολλά τραγούδια που τραγουδιούνταν στις μητρικές γλώσσες γράφτηκε και επιβλήθηκε εκ των υστέρων τουρκικός στίχος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχουν σήμερα κοινές μελωδίες που τραγουδιούνται στα ποντιακά στην Ελλάδα και στα τουρκικά στη σημερινή Τραπεζούντα, όπως υπάρχουν κοινές μελωδίες με τουρκικούς και αρμενικούς στίχους, με τουρκικούς και κουρδικούς κλπ.

«Η λύρα είναι η μουσική μας παράδοση...»

Υπενθυμίζεται η περίπτωση του περίφημου Κούρδου τραγουδιστή Αχμέτ Καγιά, ο οποίος εξορίσθηκε από την Τουρκία, επειδή επέμενε να τραγουδά στη γλώσσα του. 

Ο Καγιά απεβίωσε στο Παρίσι και μετά τον θάνατό του, αναγνωρίσθηκε από το τουρκικό κράτος και «άνοιξε» τον δρόμο στη χρήση της κουρδικής γλώσσας εντός των ορίων της χώρας.

Επιπλέον προκρίθηκε ο μπαγλαμάς (σαζ) ως το εθνικό τουρκικό όργανο και έτσι σήμερα ορισμένοι μουσικοί τραγουδούν ακόμα και στα ποντιακά χρησιμοποιώντας αυτό το όργανο. Δεν τουρκοποιήθηκε λοιπόν μόνον ο στίχος, αλλά επιχειρήθηκε να ομογενοποιηθούν και τα ηχοχρώματα μέσω της περιθωριοποίησης της λύρας και της ανάδειξης του μπαγλαμά ως εθνικού λαϊκού, φολκ, οργάνου για ολόκληρο τον πληθυσμό.

Η νεαρή Αϋσέ από τη Ματσούκα της Τραπεζούντας, ύστερα από χρόνια... περιπλάνησης στη ροκ και τη τζαζ, ανακάλυψε εκ νέου και επέστρεψε και στους ήχους της λύρας. Πρόσφατα ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και βαπτίσθηκε Ορθόδοξη. Μιλώντας στον κ. Μιχαηλίδη για τη λύρα και τη σημασία της για τους ανθρώπους στο χωριό της και αλλού επισήμανε: 

«Η λύρα είναι η μουσική μας παράδοση, μια παράδοση αιώνων που κυλάει στο αίμα μας. Εμείς στα χωριά μας δεν παίζαμε και δεν ακούγαμε μπαγλαμά. Μόνο λύρα. Πιστεύω ότι σκόπιμα προσπάθησαν να αλλοιώσουν τον ήχο της λύρας για να αμαυρώσουν τη φήμη του οργάνου και της μουσικής του και να απομακρύνουν τους ανθρώπους της Τραπεζούντας από αυτήν. Κάθε φορά που ακούω λύρα, το μυαλό μου ταξιδεύει στο παρελθόν και στη γιαγιά μου που μιλούσε ρωμαίικα στο χωριό, και σκέφτομαι πώς θα ήταν να ζεις πριν από εκατό χρόνια, πάνω στα παρχάρια. Η λύρα είναι τρόπος ζωής και παρά την περιθωριοποίηση της τις τελευταίες δεκαετίες από το κράτος, οι άνθρωποι δεν την ξέχασαν και δεν εγκατέλειψαν τη μουσική της».

Γέφυρες φιλίας και κοινωνικής αλλαγής

Η κατάσταση αλλάζει δειλά από τη δεκαετία του '90. Νέα παιδιά τραγουδούν στα ποντιακά και παίζουν σε εκδηλώσεις. Όπως είπε κ. Μιχαηλίδης, κάποιοι συνεργάζονται με δισκογραφικές εταιρίες, αλλά πολλοί κινούνται έξω από τα πλαίσια της μουσικής βιομηχανίας και δηλώνουν το μουσικό «παρών» μέσα από τα social media.

Εκατοντάδες νέοι από την Ελλάδα και από και την Τραπεζούντα, συνομιλούν διαδικτυακά, ανταλλάσσουν τραγούδια και χτίζουν γέφυρες φιλίας, σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

O κ. Μιχαηλίδης δήλωσε πως ένα από τα συμπεράσματα της διδακτορικής του έρευνας είναι ότι μέσα από τη μουσική ακρόαση αλλάζει ο τρόπος που οι ελληνόφωνοι της Τραπεζούντας αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους και μπαίνουν στη διαδικασία να αναπλάθουν το παρελθόν και την αντίληψή τους για την ιστορία. Με αυτό τον τρόπο, πρόσθεσε, «δημιουργούνται ρωγμές στην κυρίαρχη ιστορική αφήγηση». Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με άλλες εθνοτικές ομάδες στην σημερινή Τουρκία.

«Ο ρόλος των μουσικών στις κοινωνικές διεργασίες είναι ιδιαίτερα σημαντικός στη σημερινή Ανατολία. Οι λυράρηδες δημιουργούν γέφυρες φιλίας, συνεργασίας και κοινωνικής αλλαγής συμβάλλοντας έτσι στον ευρύτερο εκδημοκρατισμό της χώρας, επαναφέροντας παράλληλα τον πλουραλισμό της μνήμης» υπογράμμισε.

Η διατριβή του κ. Μιχαηλίδη είναι καρπός διετούς επιτόπιας έρευνας, κοντά στους λυράρηδες της Τραπεζούντας και τους ακροατές τους στις κωμοπόλεις και στα χωριά των Σουρμένων, Ματσούκας, Τόνυας, Κατωχωρίου, καθώς επίσης και στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα.